Έξι μόλις χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Δράμας βρίσκεται το χωριό Μικροχώρι. Στην άκρη του χωριού, το πρώτο τμήμα του οινοποιείου χτίστηκε το 1998 στη συμβολή δύο τοπικών οδών. Λίγα χρόνια αργότερα αγοράστηκε το οικόπεδο ακριβώς απέναντι από το δρόμο όπου χτίστηκε η επέκταση του οινοποιείου το 2007. Παλιό και νέο οικόπεδο συνδέονται υπόγεια, με τη δημιουργία ενός τούνελ που έχει μετατραπεί σε μια συγκλονιστική υπόγεια κάβα όπου φυλάσσονται, εκτός των δρύινων βαρελιών, και ένα εκτεταμένο αρχείο φιαλών με παλιές σοδειές.
Η δεύτερη γενιά, παιδιά των ιδρυτών, έχει αναλάβει καίριες θέσεις στο οινοποιείο. Είχα τη χαρά να με ξεναγήσει ο Άκης Παπαδόπουλος, χημικός οινολόγος και υπεύθυνος εξαγωγών του Κτήματος, ενώ στις πωλήσεις δραστηριοποιείται και η Ναταλία Καλαϊτζίδου, κόρη του Γιάννη Καλαϊτζίδη. Ο Άκης σπούδασε στο Χημικό τμήμα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια οινολογία στο Πανεπιστήμιο του Bodeaux.
Το μήνυμά του ήταν ξεκάθαρο από την αρχή. Το Κτήμα Τέχνη Οίνου αγαπάει την τεχνολογία, μια τόσο παρεξηγημένη έννοια στο χώρο του κρασιού. Η σύγχρονη τεχνολογία βοηθά τον παραγωγό να μεταφέρει στις φιάλες την υγεία και τον πλούτο των σταφυλιών με τις μικρότερες δυνατόν απώλειες.
Τα σταφύλια μεταφέρονται στο οινοποιείο σε μικρά τελάρα, εντός ψυχόμενων, κλειστών φορτηγών, ενώ η ταινία διαλογής εξασφαλίζει την χρήση μόνο τέλεια υγειών τσαμπιών. Όμως τη μεγάλη διαφορά την κάνει ένας μοναδικός πύργος ψύξης -μόλις τέσσερα οινοποιεία στην Ελλάδα τον έχουν- που λειτουργεί με υγρό διοξείδιο του άνθρακα και είναι σε θέση να κατεβάσει τη θερμοκρασία των σταφυλιών από 28°C σε 10°C μέσα σε πέντε μόλις λεπτά. Επιπλέον, η πίεση του διοξειδίου αρκεί από μόνη της για να μεταφέρει τον σταφυλοπολτό προς πάσα κατεύθυνση χωρίς καθόλου χρήση αντλίας. Το monitoring της κάθε δεξαμενής και της θερμοκρασίας τους ανά πάσα στιγμή είναι αυτονόητο για ένα οινοποιείο αυτών των προδιαγραφών.
Όμως η καρδιά του Κτήματος, όπως και κάθε ποιοτικού οινοπαραγωγού, χτυπά στους δύο γραμμικούς αμπελώνες του Κτήματος, όπως επιβεβαιώνει και ο Γεωπόνος του Κτήματος, Ηρακλής Τοπαλίδης. Ο αρχικός αμπελώνας 160 στρεμμάτων γύρω από το Μικροχώρι, σε χαμηλό υψόμετρο 100 μέτρων, έχει χαρακτηριστική διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας, γεγονός που καθυστερεί την ωρίμανση και ευνοεί την αρωματική έκφραση. Το 2009 προστέθηκαν 100 στρέμματα αμπελώνων στην Καλή Βρύση στους πρόποδες του Μενοίκιου όρους. Στον αμπελώνα αυτό, εικοσιπέντε χιλιόμετρα ανατολικά του οινοποιείου και σε ελαφρώς υψηλότερο υψόμετρο (250 μέτρα), παρατηρείται επίσης μεγάλη διαφορά θερμοκρασιών μεταξύ μέρας και νύχτας, με επιπλέον χαρακτηριστικό τα φτωχά, πετρώδη εδάφη. Στους δύο αμπελώνες καλλιεργούνται οι λευκές ποικιλίες Sauvignon Blanc, Chardonnay, Ασύρτικο και Μαλαγουζιά και οι ερυθρές Cabernet Sauvignon, Merlot, Syrah, Αγιωργίτικο. Σε μικρότερη έκταση Sangiovese, Nebbiolo, Touriga Nacional, και Λημνιώνα.