“Μια δύσκολη παρτίδα σκάκι, η οποία τελικά κερδήθηκε”.
Η σκακιέρα έχει πολύ όμορφα αποτυπωθεί στην ετικέτα της φιάλης, με τα γεωμετρικά παράθυρα να αναδεικνύουν το γοητευτικό, κεχριμπαρένιο χρώμα του κρασιού.
Έχω καταλήξει να πιστεύω ότι πέραν από τη φύση, τις καλλιεργητικές μεθόδους, τα εδάφη και τον καιρό, ο πιο νευραλγικός παράγοντας του terroir που καθορίζει το οινικό αποτύπωμα ενός παραγωγού είναι η ίδια η συμβολή του ανθρώπου. Βλέπει κανείς οινικές περιοχές στις οποίες καλλιεργούνται τα ίδια σταφύλια, περίπου στις ίδιες κλιματικές συνθήκες, με πρόσβαση στην ίδια τεχνογνωσία από διαφορετικούς παραγωγούς, με εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα μεταξύ τους.
Θεωρώ ότι οι μεγαλύτερες αρετές ενός οινοποιού είναι η επιθυμία του για πρόσβαση στη γνώση, η ευελιξία, η δυνατότητα να αφουγκράζεται την τέχνη του, να ασκεί κριτική στον εαυτό του, να επαναπροσδιορίζει τους στόχους του.
Γευματίζοντας και γνωρίζοντας ολόκληρη την οικογένεια Τσιμπίδη στο λιμάνι της Μονεμβασιάς ένα βράδυ του Αυγούστου, συνειδητοποίησα ότι εκείνοι έχουν όλα τα παραπάνω στοιχεία και επιπλέον μια υποδειγματική μεταξύ τους σχέση η οποία διαποτίζεται από σεβασμό, επίγνωση, χαλαρότητα και φανταστικό χιούμορ.
Ο Γιώργος Τσιμπίδης και η σύζυγός του Έλλη Τσιμπίδη δεν είχαν καμία σχέση με το κρασί. Ο πρώτος γέννημα-θρέμμα της Μονεμβασιάς, μεγαλωμένος στην όμορφη καστοπολιτεία και με σπουδές Φυσικής στην Αθήνα, όταν επέστρεψε στον τόπο του απασχολήθηκε ως επιχειρηματίας εστίασης και διασκέδασης. Αλλά αυτό είχε ημερομηνία λήξης. Στη συζήτησή μας, επανέλαβε πολλές φορές την λέξη ‘αποτύπωμα’.
«Και τί αποτύπωμα θα αφήσουμε εμείς στο πέρασμά μας;». Με αυτή την παρόρμηση αλλά και με την αίσθηση του χρέους προς τον τόπο του, ονειρεύτηκε την αναβίωση του Μεσαιωνικού οίνου Malvasia-Μονεμβασιά, μέσα από ένα μακρόχρονο γραφειοκρατικό και ακαδημαϊκό αγώνα.
Και επειδή το κρασί δεν θα μπορούσε απλώς να υπάρχει στα χαρτιά, ξεκίνησε να φυτεύει αμπέλια, να παράγει κρασί, να στήνει ένα κανονικό οινοποιείο από το μηδέν. Η σύζυγός του Έλλη Τσιμπίδη με καταγωγή από την Άρτα μέχρι το 2005 εργαζόταν ως δασκάλα και κατόπιν αφοσιώθηκε στο οινοποιείο. Το όραμά του Γιώργου έγινε και όραμα της Έλλης. Πούλησαν τα πάντα ώστε να αποκτήσουν τα απαραίτητα εφόδια για την οινοποίηση. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 δεν είχαν άλλη επιλογή, πέραν του να πετύχουν. Βρέθηκαν στα μέσα του πελάγους και έπρεπε να περάσουν στην απέναντι όχθη.
Το ζεύγος Τσιμπίδη όμως ακόμα περισσότερο και από την ανάδειξη του ΠΟΠ Malvasia-Μονεμβασιά πρέπει να είναι περήφανο για τις τρεις κόρες τους. Έχουν τόσο λεπτή αίσθηση του χιούμορ αλλά και τέτοια διεισδυτικότητα που η συζήτηση μαζί τους ρέει σαν γάργαρο νεράκι. Η μεγαλύτερη κόρη Μαριαλένα Τσιμπίδη είναι τελειόφοιτη φοιτήτρια στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η Αναστασία Τσιμπίδη, πτυχιούχος Χημείας, μπήκε στην ομάδα πρόσφατα. Αμφότερες είναι ενεργές στο οινολογικό και την επικοινωνία του Οινοποιείου. Μαζί μας είναι και η δεκαεξάχρονη Άρτεμις Τσιμπίδη, με ρευστά ακόμα σχέδια για το μέλλον. Ο μόλις 26 χρόνων οινολόγος Ανδρέας Ανδρεσάκης έχει ήδη αποκτήσει σημαντική εμπειρία οινοποιώντας τα κρασιά τα τελευταία χρόνια και συμπληρώνει ιδανικά την ομάδα του οινοποιείου. Σήμερα το οινοποιείο παράγει 250.000 φιάλες ετησίως.
Η οικογένεια μου θυμίζει ότι η ποικιλία Μονεμβασιά δεν έχει καμία γενετική σχέση με την ποικιλία Malvasia -η χρήση του ονόματος της τελευταίας μπερδεύει καθώς η λέξη Malvasia αποτελεί την ιταλική απόδοση της Μονεμβασιάς-, ούτε με κάποια από τις παραλλαγές της (di Candia aromatica, bianca, negra κλπ). Η ποικιλία Μονεμβασιά είναι ποικιλία δομής, λιγότερο αρωματική και κατάγεται από την Λακωνία, ενώ καλλιεργείται μόνο εδώ και -παραδόξως ακόμα πιο εκτεταμένα- στην Πάρο. Εκτός από τις δύο λευκές σταρ Κυδωνίτσα και Μονεμβασιά, στη Λακωνία καλλιεργούνται οι επίσης λευκές Πετρουλιανός, Ασύρτικο και Ασπρούδες όπως και οι ερυθρές Μαυρούδι, Αγιωργίτικο, Μανδηλαριά και Θράψα. Σε κάθε περίπτωση, η Λακωνία φαίνεται ότι είναι μια κατά βάση λευκή οινοχώρα.
ΠΟΠ Μονεμβασιά-Malvasia
Πέντε αιώνες μεσολάβησαν από την παρακμή και εξαφάνιση του μεσαιωνικού θρυλικού Μονεμβασία – Malvasia μέχρι την σύγχρονη επανακυκλοφορία του. Πρόκειται αδιαμφισβήτητα για μια ιστορική στιγμή. Τα δεκατέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν από τη σύλληψη της ιδέας μέχρι την τελική υπογραφή του νομοσχεδίου έχουν παραλληλιστεί από τον Γιώργο Τσιμπίδη ως εξής.
Ήταν ένα μακρύ και δύσκολο ταξίδι. Έπρεπε να στοιχειοθετηθεί ο φάκελος με ιστορικά στοιχεία, τέσσερα Διεθνή συνέδρια, να γίνουν πειραματικές οινοποιήσεις (2005 έως 2008) με σταφύλια που ο Τσιμπίδης φύτεψε όπως-όπως για να προχωρήσει η έρευνα, να οριστικοποιηθεί το πρωτόκολλο οινοποίησης του πρότυπου οίνου, τις ποικιλίες κι την αναλογία τους. Και τέλος, να υποβληθεί ο φάκελος-αίτημα αναγνώρισης της ΠΟΠ Μονεμβασία-Malvasia και να εγκριθεί δεκαεπτά μήνες αργότερα, τον Ιούλιο του 2010.
Όπως μου ανέφερε ο Τσιμπίδης, «Εμείς ήμασταν απλοί στρατιώτες, η Στρατηγός της προσπάθειας ήταν η Δρ. Σταυρούλα Κουράκου. Η δική της επιρροή και βαθιά γνώση της ιστορίας υπήρξε καθοριστική στη στοιχειοθέτηση του φακέλου». Δύο μήνες μετά την έγκριση του ΠΟΠ, τρυγήθηκαν τα σταφύλια για την πρώτη εσοδεία του κρασιού και το 2013, μετά από δύο χρόνια παλαίωσης στο βαρέλι, το κρασί εμφιαλώθηκε οριστικά. Δεκαέξι ολόκληρα χρόνια από την ίδρυση του οινοποιείου, η πρώτη φιάλη ΠΟΠ Μονεμβασία-Malvasia βρίσκονταν στα χέρια της οικογένειας αλλά και των απανταχού οινόφιλων. Το κρασί-θρύλος του Μεσαίωνα ζωντάνεψε και πάλι.
Για την παραγωγή του κρασιού, τα σταφύλια (60% Μονεμβασιά, 13.3% Κυδωνίτσα, 13.3% Ασύρτικο, 13.3% Ασπρούδι) τρυγιούνται ελαφρώς όψιμα και στη συνέχεια λιάζονται για δέκα έως δώδεκα μέρες με δύο τρόπους:
Φωτογραφίες (προηγούμενο slideshow): Οινοποιητική Μονεμβασιάς
Στη συνέχεια τα σταφύλια οδηγούνται στον σπαστήρα και το κρασί ζυμώνει μέχρι τους 13% βαθμούς αλκοόλ, με την γλύκα να προκύπτει από τα υπολειμματικά σάκχαρα του κρασιού. Ακολουθεί οξειδωτική παλαίωση δύο ετών σε παλιά δρύινα βαρέλια.
Μετά από μια αξέχαστη ξενάγηση στους αμπελώνες και το νέο οινοποιείο, επιστρέψαμε στο παλιό οινοποιείο – γκαράζ που τους φιλοξενεί από το 1997. Εκεί είχα τη μεγάλη χαρά να δοκιμάσω δέκα εξαιρετικά κρασιά, μαζί με την Μαριαλένα και την Αναστασία Τσιμπίδη.
Φωτογραφία: Κ2 Design
Ποικιλίες αγνώστων στοιχείων υπό τον γενικό όρο ‘Ασπρούδια’ συλλέγονται και οινοποιούνται ξεχωριστά. Οι αναλύσεις DNA σε συνεργασία με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο πιθανώς να δώσουν απαντήσεις. Μέχρι τότε το ποτήρι μας γεμίζει με αρώματα από ώριμα εσπεριδοειδή, γλυκό λεμόνι, ώριμο κιτρινόσαρκο ροδάκινο (γιαρμάς), τροπικά αρώματα και μια όμορφη αλατότητα. Πολύ εκφραστικό κρασί, οινοποιημένο σε δεξαμενές με sur lie για 5 μήνες. Στο στόμα μέτρια οξύτητα, μέτριο αλκοόλ 13,5%, μέτρια διάρκεια σε ένα πολύ όμορφο all-around αποτέλεσμα. Τα σταφύλια ωριμάζουν πρώιμα γενικώς, στα μέσα Αυγούστου, έλκοντας τα αχόρταγα πουλιά της περιοχής. Το τελευταίο έχει αποτυπωθεί και στην ετικέτα του κρασιού.
Στην ετικέτα ο επιβλητικός βράχος της Μονεμβασιάς. Υπέροχα ταξιδιάρικο και βαθιά Λακωνικό, το κρασί αυτό από την ποικιλία με το ίδιο όνομα, Μονεμβασιά, φέρνει στο ποτήρι μας αρώματα από ροδάκινο, φλούδες πορτοκαλιού, ζύμες, γλυκά του κουταλιού και θαλπωρικές umami νότες από ζωμούς κρεάτων. Περισσότερο φρούτο παρά άνθη, πέραν από κάποιες νύξεις στο φόντο. Μέτρια οξύτητα και αλκοόλ 13%, την ίδια ώρα που η γλυκερίνη, σουβενίρ από την καλλιέργεια σε ζεστό κλίμα, δίνει μια αίσθηση πληθωρικότητας. Μέτρια (+) διάρκεια. Οινοποίηση σε ανοξείδωτες δεξαμενές με sur lie για 5 μήνες. Η ποικιλία Μονεμβασιά καλλιεργείται σχεδόν αποκλειστικά στη Λακωνία και την Πάρο και ουδεμία σχέση έχει με τις ποικιλίες Malvasia Aromatica ή Malvasia di Candia.
Η ποικιλία της Νεμέας καλλιεργείται στη Λακωνία με μια μικρή συμμετοχή από το Μαυρούδι και δίνει αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Κόκκινα φρούτα, μαύρα κεράσια, γραφίτης, μανιτάρι portobello, καπνός και ένα αιμάτινος χαρακτήρας στη μύτη. Μέτρια οξύτητα, μέτριες, ώριμες τανίνες, μέτριο (-) αλκοόλ 13%, μέτριο σώμα και διάρκεια. Ωρίμανση για 12 μήνες σε 75% νέα και 25% χρησιμοποιημένα βαρέλια δεύτερης και παλιότερης χρήσης. Ένα κρασί με χαρακτήρα που αποδεικνύει τις ερυθρές δυνατότητες ενός κατεξοχήν λευκού παραγωγού.
Πέντε αιώνες μεσολάβησαν από την παρακμή και εξαφάνιση του μεσαιωνικού θρυλικού Μονεμβασία – Malvasia μέχρι την σύγχρονη επανακυκλοφορία του. Μια δύσκολη παρτίδα σκάκι, η οποία τελικά κερδήθηκε. Η σκακιέρα έχει πολύ όμορφα αποτυπωθεί στην ετικέτα της φιάλης, με τα γεωμετρικά παράθυρα να αναδεικνύουν το γοητευτικό, κεχριμπαρένιο χρώμα του κρασιού. Αρώματα από σταφίδα, γλυκό σταφύλι, αποξηραμένα σύκα, αμύγδαλα, μέλι, καραμέλα, κερήθρα και νότες κακάο. Στο στόμα μέτρια οξύτητα, γλυκύτητα, γεμάτο στόμα και μακρά επίγευση. Ιδανικός συνοδός σιροπιαστών γλυκών και σοκολάτας. Λιάσιμο για 10-14 μέρες με δύο μεθόδους: στο έδαφος, σε στρώματα από ελιόπανα και σε λιάστρες, σε ειδικά rack. Μια μοναδική εμπειρία.
Ετήσια παραγωγή 30.000 φιάλες (375ml)
Γοητευμένος από την δουλειά και τα επιτεύγματα της οικογένειας Τσιμπίδη, συνειδητοποιώ ότι η Λακωνία είναι πλέον οινικός παίκτης. Το νερό έχει μπει στο αυλάκι και είμαι πεπεισμένος ότι τα κρασιά της και οι μοναδικές της ποικιλίες θα μας κρατήσουν έντονα το ενδιαφέρον τα επόμενα χρόνια.
* Update άρθρου που αρχικά δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Grape (τεύχος #19, σελίδες 20-24)
Οινοποιητική Μονεμβασιάς – Τσιμπίδη
Βελίες Μονεμβασιάς
23070 Λακωνία
Τ +30 27320 53096